Ulceração ( ) - ορισμός. Τι είναι το Ulceração ( )
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι Ulceração ( ) - ορισμός

Ulceração; Úlceras

Ulceração         
f.
Acto ou effeito de ulcerar.
(Do lat. "ulceratio")
ulceração         
sf (lat ulceratione) Med
1 Ato ou efeito de ulcerar.
2 Processo ulceroso.
3 V úlcera. Ú. do filme, Cin defeito que só aparece na projeção, quando o filme apresenta ranhuras, riscos, provenientes de atritos na película.
ulceração      
s.f. (-1642 cf. MadMor)
-pat
1 o processo patológico de formação de uma úlcera; helcose
2 a úlcera ou grupo de úlceras
-etim lat. ulceratìo,ónis 'ulceração, úlcera'; ver ulcer(i/o)-

Βικιπαίδεια

Úlcera

Úlcera é o nome genérico dado a quaisquer lesões superficiais em tecido cutâneo ou mucoso, popularmente denominadas feridas. Nessas lesões ocorre a ruptura do epitélio, de modo a haver exposição de tecidos mais profundos à área rota. Uma afta é, por exemplo, uma úlcera na boca. A úlcera péptica é exemplo de lesão que ocorre no estômago ou no duodeno (mais frequente), sendo mais susceptíveis a este grupo de úlceras as pessoas que sofrem de stress.